- ωοθυλάκια
- Στοιχεία της ωοθήκης.
Νεογνά καρχαρία, όπως διακρίνονται μέσα στο ημιδιαφανές κέλυφος του αβγού (φωτ. ΑΠΕ).
Αυγά δεινοσαύρων, ανάγονται στην Ιουρασική περίοδο 125 εκατομμύρια χρόνια πριν (φωτ. ΑΠΕ).
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ωοθήκη — Ο γεννητικός αδένας της γυναίκας. Υπάρχουν δύο ω. οι οποίες βρίσκονται στην ελάσσονα πύελο συμμετρικά τοποθετημένες στα πλάγια της μήτρας· στην ενήλικη γυναίκα η ω. έχει περίπου το σχήμα και το μέγεθος αμυγδάλου, μήκους 4 εκ., πλάτους 3 εκ. και… … Dictionary of Greek
στρώμα — το / στρῶμα, ΝΜΑ καθετί που στρώνεται πάνω σε κρεβάτι ή απευθείας σε δάπεδο και χρησιμεύει για κατάκλιση και ύπνο επάνω του, ιδίως ο επίπεδος ορθογώνιος σάκος από ανθεκτικό ύφασμα που είναι γεμάτος από μαλακό υλικό, όπως λ.χ. μαλλί, βαμβάκι ή… … Dictionary of Greek
ωορρηξία — Η ρήξη ενός από τα ώριμα ωοθυλάκια της ωοθήκης. Eξ αιτίας της ρήξης αυτής το ωάριο μεταφέρεται στον ωαγωγό. Η ω. σημειώνεται σε κάθε έμμηνη περίοδο της γυναίκας. Aρχίζει από την εφηβική ηλικία και συνεχίζεται σε όλη τη διάρκεια της γονιμότητάς… … Dictionary of Greek
Γκράαφ, Ρενιέ ντε- — (Renie de Graaf, 1641 – 1673).Ολλανδός γιατρός και ανατόμος. Υπήρξε μαθητής του ανατόμου Σίλβιους στο πανεπιστήμιο του Λέιντεν και τέλειωσε τις ιατρικές του σπουδές στο πανεπιστήμιο της Ανζέρ στη Γαλλία. Ο Γ. έκανε τις πρώτες επιστημονικές… … Dictionary of Greek
Ολλανδία — I Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει Δ με το Βέλγιο, Α με τη Γερμανία, και βρέχεται Β από τη Βόρεια θάλασσα.Το σημερινό έδαφος της Ο. προέκυψε μετά την αποχώρηση του Βελγίου, το 1830, από το βασίλειο της Ο., το οποίο είχε δημιουργηθεί το 1815 … Dictionary of Greek